Απορρυπαντικά και περιβάλλον
Τα χρησιμοποιούμε καθημερινά και για όλες τις δουλειές του σπιτιού. Τα απορρυπαντικά είναι ο σύμμαχος της κάθε νοικοκυράς, που θέλει να διατηρήσει το σπίτι της καθαρό και αστραφτερό. Τα φρέσκα ρούχα που μοσχομυρίζουν, τα δάπεδα που γυαλίζουν και οι πάγκοι που αστράφτουν μας κάνουν να πιστεύουμε ότι η υγιεινή «κυριαρχεί» σε κάθε κρίκο αυτής της αλυσίδας καθαριότητας. Έχουμε, όμως, σκεφτεί, πόσο επιβλαβή και ζημιογόνα είναι τα απορρυπαντικά που απερίσκεπτα καταναλώνουμε για το περιβάλλον;
Τα απορρυπαντικά περιέχουν ένα μεγάλο ποσοστό πρώτων υλών με μοριακή δομή ξένη προς τη φύση, που σημαίνει ότι ή δε βιοαποικοδομούνται ή ότι αυτό γίνεται με πολύ αργό ρυθμό. Ένας απορρυπαντικό δεν απαιτείται να έχει 100% βιοαποικοδόμηση, αλλά 90% και αυτό στη πρωτογενή φάση. Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει ότι αν ένα προϊόν έχει λιγότερο από 10% ουσίες που δε διασπώνται και δεν αφομοιώνονται ουσιαστικά (σε εύλογο χρονικό διάστημα) μπορεί να βαπτιστεί οικολογικό, φιλικό στο περιβάλλον.
Η έννοια της βιοαποκοδόμησης είναι πολλές φορές το κλειδί για να διαπιστώσουμε την οικολογική ταυτότητα των απορρυπαντικών και η γνώση μας πάνω σ’ αυτή πρέπει να είναι αναλυτική και πλήρης. Ο χρόνος, ο χώρος, τα στάδια, ο τρόπος, η πληρότητα και τα αποτελέσματα της βιοαποικοδόμησης είναι τα καθοριστικά κριτήρια.
Πίσω από τους όρους τασιενεργά ή επιφανειοδραστικά που διαβάζουμε στις ετικέτες καμουφλάρονται συνθετικές ουσίες (κατά κανόνα πετροχημικές) εντελώς προβληματικές για τον άνθρωπο και το περιβάλλον τόσο όταν είναι σε μεγάλες ποσότητες όσο και σε μικρές. Τα τασιενεργά είναι οι δραστικές ουσίες των απορρυπαντικών στις οποίες οφείλουν τη καθαριστική τους ικανότητα. Ανάλογα με τη δόμηση και τη φόρτιση των μορίων τους, κατατάσσονται στις εξής κατηγορίες:
i. Ανιονικά:
Είναι η σπουδαιότερη ομάδα τασιενεργών για τα απορρυπαντικά και έχει αρνητική φόρτιση των μορίων της. Σπουδαιότεροι αντιπρόσωποι είναι το σαπούνι και το LAS (θειομένο αλκύλιο, πετροχημικό προϊόν). Η αρνητική του φόρτιση ισορροπείται με την προσθήκη θετικών φορτισμένων τασιενεργών (κατιονικά) και κυρίως με νάτριο ή κάλιο. Το LAS σε αντίθεση με το σαπούνι, βιοαποικοδομείται πολύ αργά και όχι πλήρως. Κατά κανόνα, συνοδεύεται με φωσφορικές ουσίες για την αποσκλήρυνση του νερού. Περιεκτικότητα του στο υδάτινο περιβάλλον κατά 0,25 mg/l θα σημαίνει χρόνια καταστροφή των οργανισμών, σύμφωνα όμως με πιο ευαισθητοποιημένες πηγές είναι αρκετή και η δόση των 0,01 mg/l.
ii. Κατιονικά:
Ομάδα τασιενεργών με θετική φόρτιση. Συνοδεύεται από απλά ανιονικά π.χ. χλωρίδιο. Σπουδαιότερος αντιπρόσωπος των είναι διστεαρυλο-διμεθυλο-αμμονιοχλωρίδιο. Δε βιοαποικοδομείται.
iii. Μη ιονικά τασιενεργά:
Ομάδα τασιενεργών που τα μόρια τους δεν έχουν κάποια συγκεκριμένη φόρτιση. Η εφαρμογή τους γίνεται όλο και πιο διαδεδομένη. Αυτό οφείλεται στη περιορισμένη ευαισθησία τους από τη σκληρότητα του νερού και έτσι μπορούν να δρουν και σε χαμηλές θερμοκρασίες.
iv. Αμφότερα:
Ομάδα τασιενεργών που τα μόρια τους είναι φορτισμένα τόσο αρνητικά όσο και θετικά. Είναι περιορισμένης σημασίας για τα απορρυπαντικά. Χρησιμοποιούνται κυρίως στα καλλυντικά και λιγότερο στα καθαριστικά υλικά. Όταν καταλήγουν στο νερό γίνονται ιδιαίτερα τοξικά (κυρίως για τα ψάρια) μολονότι είναι «ανεκτά» από το δέρμα μας. Πολύ πιο σπουδαίας σημασίας είναι η βιοαποικοδόμησή τους, η οποία μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο με τη προσθήκη διοξειδίου του άνθρακα, βιομάζας, νερού και ανόργανων αλάτων.
v. Native τασιενεργά:
Νέα ομάδα τασιενεργών που ένα μέρος τους αποτελείται από συνθετικά τασιενεργά και το άλλο προέρχεται από φυσικές πρώτες ύλες, κυρίως κοκολίπος. Όμως αυτές οι φυσικές ύλες, μετά από πολλές χημικές διασπάσεις δεν έχουν καμιά σχέση μ’ αυτή τη φυσική καταγωγή τους.
Αφήστε μια απάντηση